Η ΜΟΜΟ ΤΟΥ ΜΙΧΑΕΛ ΕΝΤΕ

By Stavroula Pagona

Τη Μόμο ευτυχώς, τη διάβασα μεγάλη. Και λέω ευτυχώς, γιατί είχα πια την εμπειρία να καταλάβω πόσο σπουδαίο βιβλίο ήταν αυτό που κρατούσα στα χέρια μου! Καθώς πρόκειται για ένα βιβλίο με βαθιά φιλοσοφικό υπόβαθρο, αρκετά σκοτεινό σε κάποια σημεία και πλοκή που θυμίζει αστυνομικό μυθιστόρημα, ίσως αν είχε πέσει στα χέρια μου όταν ήμουν μικρή, να μην το είχα εκτιμήσει όπως τώρα. Όχι ότι τα παιδιά θα δυσκολευτούν να το αγαπήσουν… ίσα ίσα! Απλά ήταν αρκετά μακριά από τα δικά μου αναγνώσματα… και πάντα μου έδινε την εντύπωση ενός βιβλίου μελαγχολικού, στενάχωρου. Οπότε αν και μου το είχαν προτείνει κατά καιρούς σαν ένα πραγματικά καλό βιβλίο, ποτέ δεν λαχτάρησα να το αποκτήσω. Μέχρι τα φετινά Χριστούγεννα.

Πέφτοντας πάνω του καθώς χάζευα τα ράφια του βιβλιοπωλείου για τα Χριστουγεννιάτικα δώρα της οικογένειας, ένιωσα ότι ήρθε τελικά η ώρα να αναμετρηθώ με τις αναστολές μου και να εμπιστευτώ το ταξίδι που είχε να μου προτείνει.

Και δικαιώθηκα!

Το διάβασα μέσα σε δύο ημέρες, και συγκεκριμένα παραμονή και ανήμερα Χριστουγέννων, προσπαθώντας να ξεκλέψω στιγμές ανάμεσα σε οικογενειακά τραπεζώματα και τηλεφωνήματα για ευχές. 

“Θα περιμένεις παιδί μου, όπως πρέπει να περιμένει ένας σπόρος κοιμισμένος μέσα στη γη μέχρι να διαγράψει έναν ολόκληρο κύκλο ο ήλιος, προτού μπορέσει να φυτρώσει. Τόσο καιρό θέλουν τα λόγια για να φυτρώσουν μέσα σου” συμβουλεύει ο μάστρο-Ώρας τη Μόμο, τη μικρή ηρωίδα του βιβλίου μόλις επισκέφτηκε το μέρος από όπου πηγάζει ο χρόνος και είδε όλα τα θαυμαστά που δεν κατάφερε κανένας μας να δει.

Κάπως έτσι κι εγώ περίμενα μέρες αρκετές… ώσπου να μεστώσει μέσα μου η εμπειρία της Μόμο, να πάρω την απαραίτητη απόσταση, όπως απαιτείται από τα πράγματα που μας έχουν συγκινήσει βαθιά, και να μπορέσω να τη μοιραστώ όπως της πρέπει. 

Η Μόμο, είναι ένα μικρό κορίτσι, που ζει μόνη της στα ερείπια ενός παλιού θεάτρου. Η Μόμο, ντύνεται με παλιά ρούχα, και τρώει από τα γεύματα που της χαρίζουν όσοι τη γνωρίζουν και την αγαπούν. Όμως η Μόμο είναι πλούσια! Γιατί όπως όλα τα παιδιά του κόσμου, έχει όλο το χρόνο δικό της. Κι ο χρόνο μας, ο χρόνος των ανθρώπων, είναι ο πραγματικός μας πλούτος. Κι ακόμα, έχει το πιο δυσεύρετο χάρισμα της εποχής μας: μπορεί και ξέρει να ακούει. Γι’ αυτό όλα τα παιδιά της γειτονιάς θέλουν να παίζουν μαζί της, και όλοι οι μεγάλοι όταν της μιλούν, κάτι μέσα τους αλλάξει, καθαρίζει, αποκρυσταλλώνεται.  Σαν να καθρεφτίζονται μπροστά σε έναν καθρέφτη, που τους αποκαλύπτει τον πραγματικό τους εαυτό. 

Όλα αλλάζουν όταν στη μικρή πόλη εμφανίζονται οι γκρίζοι κύριοι, που υπόσχονται στους κατοίκους της, πως μια επένδυση στο “Χρονοταμιευτήριό” τους, θα τους χαρίσει τη ζωή που ονειρεύονται. Οι άνθρωποι πλέον τρέχουν, στενάζουν, αγκομαχούν να προλάβουν. Η ονειροπόληση και το παιχνίδι θεωρείται χάσιμο χρόνου, ακόμα και για τα παιδιά… Εικόνες οικείες σε όλους μας, σωστά; Και το ενδιαφέρον είναι ότι το βιβλίο γράφτηκε στις αρχές του ’70. 

Και έτσι η Μόμο, η μόνη που παραμένει αλώβητη από την επιρροή των γκρίζων κυρίων που εξαπλώνεται σαν ιός στην πόλη, γίνεται η ηρωίδα που καλείται να σώσει τους ανθρώπους και τους επιστρέψει πίσω τον χαμένο τους χρόνο. Σύμμαχοί της και οι δύο στενοί φίλοι της, ο Τζίτζης, ένας ονειροπαρμένος παραμυθάς και ο Μπέπος, ένας φιλήσυχος οδοκαθαριστής, που όμως δεν αργούν να “μολυνθούν” κι εκείνοι από την επιδημία της χρονοαποταμίευσης. Και τότε η Μόμο ξεκινάει για το μεγάλο ταξίδι της λύτρωσης. Ένα ταξίδι στις πηγές του χρόνου, όπου με την βοήθεια του Μαστρο – Ώρα, που είναι υπεύθυνος να μοιράζει το χρόνο στους ανθρώπους, θα δώσει την πιο μεγάλη μάχη της ζωής της!  

Η Μόμο είναι ταξίδι στον κόσμο της ονειροφαντασίας, αριστοτεχνικά δομημένο, με σασπένς που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει τίποτα από τις ακριβοπληρωμένες ταινίες δράσης του Χόλιγουντ, με πολυεπίπεδα νοήματα και έντονο το αλληγορικό στοιχείο, που σε προβληματίζει χωρίς να σε καταθλίβει. Διαβάζεται πραγματικά μονορούφι.

Η Μόμο είναι κλασική, είναι διαχρονική, και όσο οι άνθρωποι θα έχουν μόνο μια ζωή, θα είναι και απαραίτητη! Απαραίτητη για να μας θυμίζει να τη γεμίζουμε με τα ουσιαστικά και ωραία, με αγάπη, συντροφικότητα, φιλία, και πολύ πολύ ονειροπόληση. 

 

Spread the word

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *